σκιάδα

σκιάδα
η беседка

Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Смотреть что такое "σκιάδα" в других словарях:

  • σκιάδα — Ημιορεινός οικισμός (110 κάτ., υ ψόμ. 220 μ.), στην επαρχία Σαπών του νομού Ροδόπης. Υπάγεται διοικητικά στην κοινότητα Φιλλύρας. * * * η / σκιάς, άδος, ΝΑ 1. καθετί που χρησιμεύει για προφύλαξη από τον ήλιο, για σκιά 2. ομπρέλα για τον ήλιο,… …   Dictionary of Greek

  • σκιάδα — η 1. πρόχειρο κτίσμα για προφύλαξη από τον ήλιο ή τη βροχή, κιόσκι. 2. ομπρέλα για τον ήλιο …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • σκιάδα — σκιάς canopy fem acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • σκιαδωτός — ή, ό, Ν [σκιάδα] 1. αυτός που έχει σχήμα σκιάδας 2. αυτός που προφυλάσσεται από τον ήλιο κάτω από σκιάδα …   Dictionary of Greek

  • αναδενδράδα — Με τον όρο αυτό χαρακτηρίζονται φυτά που αναρριχώνται σε δέντρα. Ειδικότερα όμως o όρος χρησιμοποιείται για τα αμπέλια που στηρίζονται πάνω σε δέντρα ή τεχνητά στηρίγματα, δηλαδή τις γνωστές μας κρεβατίνεςκληματαριές. * * * και αναδεντράδα, η (Α… …   Dictionary of Greek

  • σκιάς — (I) άδος, ἡ, Α βλ. σκιάδα. (II) Ν επίρρ. τουλάχιστον («και σκιάς εις το δακτύλι μου αυτός δε θέλ απλώσει», Ερωτόκρ.). [ΕΤΥΜΟΛ. Πρόκειται μάλλον για διαλ. τ.]. (III) ο, Ν 1. απότομος, τραχύς άνθρωπος 2. συνεκδ. κακοποιός. [ΕΤΥΜΟΛ. < τουρκ.… …   Dictionary of Greek

  • σκιαδερός — ή, ό, Ν [σκιάδα] σκιερός …   Dictionary of Greek

  • Καντούνης, Νικόλαος — (Ζάκυνθος 1767 – 1834). Ζωγράφος. Υπήρξε ένας από τους σημαντικότερους εκπροσώπους της Επτανησιακής σχολής. Δεν είναι βέβαιο αν όφειλε τη ζωγραφική του εκπαίδευση σε μια σύντομη μαθητεία του κοντά στον Νικόλαο Κουτούζη ή αν, όπως αναφέρει η… …   Dictionary of Greek

  • Κυνόρτας ή Κυνόρτης — Μυθολογικό πρόσωπο. Ήταν ήρωας της Λακωνίας, απόγονος του αυτόχθονα Λέλεγα, γιος του Αμύκλα και αδελφός του Υάκινθου, ευνοούμενου του Απόλλωνα. Σύμφωνα με την παράδοση διετέλεσε βασιλιάς της Σπάρτης πριν από την κάθοδο των Ηρακλειδών. Μητέρα του… …   Dictionary of Greek

  • Λούρου, δήμος — Νέος δήμος (5.270 κάτ.) του νομού Πρεβέζης, που συστάθηκε με το σχέδιο Καποδίστριας και αποτελείται από τις πρώην κοινότητες Άνω Ράχης, Βρυσούλας, Κοτσανοπούλου, Λούρου, Νέου Σφηνωτού (Σφηνωτού), Ρευματιάς, Σκιαδά, Στεφάνης, Τρίκαστρου και Ωρωπού …   Dictionary of Greek

  • Μουσείο Κυκλαδικής Λαογραφίας (Πάρου) — Στο νοτιοδυτικό άκρο της Πάρου, κοντά στο αεροδρόμιο, λειτουργεί εδώ και λίγα χρόνια ένα ιδιόμορφο μουσείο που έχει σαν σκοπό να κρατήσει ζωντανό ένα κομμάτι της ιστορίας των Κυκλάδων. Είναι δημιούργημα του Παριανού Μπενέτου Σκιαδά, ο οποίος έχει …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»